Εσύ πώς ορίζεις την ευτυχία?

Αρκετοί άνθρωποι συγχέουν την έννοια της ευτυχίας, δηλαδή της αίσθησης ότι «είμαι χαρούμενος», «είμαι καλά», με την έννοια της διασκέδασης, δηλαδή την αίσθηση του «περνάω καλά».

Η αίσθηση της ευτυχίας, αυτό το «είμαι καλά», «είμαι χαρούμενος», ή «ευτυχισμένος», όποιες κι αν είναι οι λέξεις που επιλέγει κανείς να το εκφράσει, αφορά σε αυτή την ευχάριστη αίσθηση της εσωτερικής ηρεμίας και της ικανοποίησης με τον εαυτό και με το περιβάλλον. Σε αυτή την αίσθηση γαλήνης νιώθει κανείς ισορροπία και πληρότητα, ενώ είναι σε θέση να βιώνει ολοκληρωμένα τις εμπειρίες του με ό, τι συναισθήματα η καθεμία περιλαμβάνει. Δεν νιώθει δηλαδή την ανάγκη να μπλοκάρει το άγχος, την πλήξη, τη θλίψη, την απογοήτευση, το φόβο, και οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα μπορεί κανείς να βιώνει, αναζητώντας μονίμως να αισθάνεται ευφορία και χαρά, αλλά έχει τα αποθέματα να υποδέχεται και να αγκαλιάζει όλο το συναισθηματικό του εύρος γιατί μέσα από αυτό βρίσκει νόημα. Και μέσα σε αυτή την ποικιλία μπορεί να νιώθει πως βρίσκεται σε αρμονία και πως ο κοινός παρονομαστής όλων αυτών των ποικίλων συναισθημάτων είναι αυτή η αίσθηση της συνειδητής ευτυχίας που νιώθει για τη ζωή του και τον εαυτό του αφού μπορεί να τον βιώσει ολοκληρωμένα.

Από την άλλη, η διασκέδαση και η καλοπέραση, αυτό δηλαδή το στιγμιαίο «περνάω καλά», συνδέεται πάντοτε με μία δραστηριότητα ή ένα γεγονός και πυροδοτεί μία χημική αντίδραση στον εγκέφαλό μας, κυρίως αυξάνοντας τα επίπεδα της ντοπαμίνης. Η επίδραση των αυξημένων επιπέδων της ντοπαμίνης στον εγκέφαλο, μας κάνει να αισθανόμαστε αυτή την ευφορία της διασκέδασης, μας κάνει να νιώθουμε αυτό το πολυπόθητο «περνάω καλά», στο μεταξύ όμως δεν μας επιτρέπει να βιώσουμε τίποτε άλλο για όσο διάστημα διαρκεί αυτή η αύξηση επιπέδων. Αυτό συνεπάγεται πως ένα μεγάλο ποσοστό σκέψεων και συναισθημάτων δεν βιώνονται, άρα η εμπειρία δεν βιώνεται ολόκληρη και κάποια κομμάτια της μένουν στο περιθώριο.

Τι συμβαίνει όμως όταν συγχέει κανείς, ή και εξισώνει, τις δύο αυτές διαφορετικές αισθήσεις?  Όταν κάποιος νομίζει ότι «είναι χαρούμενος» μόνο όταν απλά «περνά καλά» κάτω από την επίδραση της έκρηξης ορμονών, τι θα συμβεί όταν τα επίπεδα επιστρέψουν και πάλι ως ήταν, και τότε εμφανιστούν ξανά όσα συναισθήματα και όσες σκέψεις είχαν προηγουμένως κρυφτεί πίσω από τη ντοπαμίνη? Ίσως νιώσει την ανάγκη να αυξήσει και πάλι τα επίπεδα ντοπαμίνης αναζητώντας μία αντίστοιχη δραστηριότητα, προσπαθώντας να αποπροσανατολίσει τον εαυτό του ώστε να μην υπάρχει χώρος για άλλα συναισθήματα και σκέψεις εκτός της ευφορίας και της χαράς. Το να κυνηγά κανείς την ευτυχία με αυτόν τον τρόπο δεν είναι παρά ένα παιχνίδι το οποίο στην πραγματικότητα δεν κερδίζεται ποτέ, καθώς αυτού του είδους η «ευτυχία» ποτέ δεν αφορά σε μια σταθερή μόνιμη κατάσταση, αλλά αποτελεί μία φάση που περνά με την πτώση των επιπέδων της ντοπαμίνης. Δεν είναι ρεαλιστική με άλλα λόγια η προσδοκία να βιώνει κανείς μόνο αυτή την ευφορία και αυτού του είδους τη χαρά, χωρίς να χωράει κανένα άλλο συναίσθημα και καμία άλλη σκέψη.

Αυτή είναι μία διαστρέβλωση του ορισμού της ευτυχίας, η οποία ίσως σε έναν μεγάλο βαθμό προωθείται με αυτόν τον τρόπο μέσα από τη σύγχρονη δυτική κοινωνία. Είναι όμως ένας ορισμός που μειώνει την αξία της, και την καθιστά ως κάτι πάντα άπιαστο. Είναι άδικο να αισθάνεσαι ότι δεν μπορείς να βρεις την ευτυχία, μόνο και μόνο επειδή την ψάχνεις με έναν τρόπο που δεν της ταιριάζει. Φυσικά η πραγματική ευτυχία δεν σημαίνει πως είναι κάτι εύκολο να κατακτηθεί, και ίσως δεν είναι καν κάτι το οποίο κατακτιέται εν τέλει… Σκέψου την ευτυχία ως μία κατεύθυνση, και όχι ως ένα προορισμό. Μια κατεύθυνση στην οποία όσο βρίσκεται κανείς είναι σε θέση να βιώνει όλο και πιο ολοκληρωμένα τη ζωή του, όντας ολοένα και πιο παρόν στον εαυτό του και στις στιγμές του. Η πραγματική ευτυχία είναι μία αίσθηση νηφάλια, μεστή και ταπεινή και αν μάθεις να την αναγνωρίζεις και να την εκτιμάς τότε η μέθη της παροδικής χαράς δε θα είναι πια αυτοσκοπός, αλλά μία απόχρωση μιας μεγάλης παλέτας εμπειριών.