
Υπάρχει μια σειρά από έννοιες που φαίνεται να παρουσιάζουν ένα γλωσσικό και εννοιολογικό μπέρδεμα στο ευρύ κοινό. Ίσως αυτό δημιουργείται κυρίως λόγω της ετυμολογικής συγγένειας των εννοιών αλλά και της διαρκούς πρόσθεσης νέων. Κάποιες απ’ τις έννοιες αυτές είναι οι εξής: ψυχίατρος, ψυχολόγος, ψυχοθεραπεία, ψυχοεκπαίδευση και ψυχανάλυση. Υπάρχουν τόσο νομικές-κρατικές όσο και ουσιαστικές διαφοροποιήσεις που αφορούν έκαστη έννοια. Στο παρόν άρθρο θα γίνει μια προσπάθεια αποσαφήνισης μέσω σύντομης περιγραφής τους με σκοπό την αποφυγή παρεξηγήσεων, καθώς και την διευκόλυνση των ατόμων ως προς την αναζήτηση της κατάλληλης κάθε φορά «υπηρεσίας».
Τι είναι ένας Ψυχιάτρος;
Ως ψυχίατρος ορίζεται ο εξειδικευμένος εκείνος γιατρός που έχει ως γνωστικό αντικείμενο νοητικές και συναισθηματικές διαταραχές με στόχο την πρόληψη, διάγνωση ή θεραπεία τους. Μάλιστα, ο ψυχίατρος είναι ο μόνος υπεύθυνος για την χορήγηση και συνταγογράφηση των κατάλληλων φαρμάκων. Πέραν της ψυχιατρικής εξειδίκευσής του ένας ψυχίατρος μπορεί παράλληλα να είναι ψυχοθεραπευτής ή ψυχαναλυτής εφόσον έχει προβεί σε κάποια αντίστοιχη εκπαίδευση.
Τι είναι ένας ψυχολόγος;
Ως ψυχολόγος ορίζεται ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας με άδεια ασκήσεως επαγγάλματος, ο οποίος έχει ως γνωστικό αντικείμενο τις διεργασίες της ανθρώπινης σκέψης και συμπεριφοράς, με σκοπό την προώθηση της ψυχικής ευημερίας και την ανακούφιση των ψυχικών συμπτωμάτων. Παράλληλα, μπορεί να δραστηριοποιείται ερευνητικά, να κατασκευάζει και να χορηγεί ψυχομετρικά τεστ. Ανάλογα με περαιτέρω σπουδές και εξειδικεύσεις ένας ψυχολόγος μπορεί να είναι κλινικός ψυχολόγος, σχολικός ψυχολόγος, κ.α., σύμφωνα με τον κλάδο που έχει επιλέξει.
Τι είναι η ψυχοθεραπεία;
Λέγοντας ψυχοθεραπεία εννοούμε κατά βάση μια θεραπευτική διαδικασία κατά την οποία ένα άτομο με μια ψυχική δυσφορία προβαίνει σ’ έναν ψυχοθεραπευτή (ψυχολόγο ή ψυχίατρο- ψυχοθεραπευτή). Σκοπός καθίσταται η ανακούφιση των προσωπικών του συμπτωμάτων μέσω του λόγου και της συνομιλίας που διενεργείται στο πλαίσιο της συνεδρίας. Κατά την διάρκεια της συνεδρίας ο ψυχοθεραπευτής ακούει το υποκείμενο που έχει προσέλθει και κάνει κατάλληλες επισημάνσεις προκειμένου να ανακουφιστεί η ψυχική οδύνη του τελευταίου, να υπάρξουν συμπεριφορικές και ψυχολογικές αλλαγές και να γίνει εντέλει το σύμπτωμα του πιο «λειτουργικό».
Ένας ψυχοθεραπευτής δεν είναι ένα φιλικό πρόσωπο που κάποιος λέει τα προβλήματά του, αλλά ένας εκπαιδευμένος επαγγελματίας που απ’ την θέση του ψυχολόγου ακούει τα λόγια του υποκειμένου και με πολλή προσοχή και διαμέσου κατάλληλων τεχνικών, τον βοηθά να ακούσει, να αναλάβει και να αντιμετωπίσει τα ψυχικά του συμπτώματα.
Η ψυχοθεραπεία είναι μια τεράστια ομπρέλα που περιλαμβάνει μια σειρά από προσεγγίσεις. Οι πιο γνωστές είναι η γνωσιακή- συμπεριφορική προσέγγιση, η συστημική προσέγγιση, η προσωποκεντρική, η υπαρξιακή κ.α. Θα γίνει μια σύντομη αναφορά στην κάθε προσέγγιση.
Γνωσιακή-συμπερισφορική προσέγγιση
Αναλυτικότερα, η γνωσιακή- συμπεριφορική προσέγγιση επικεντρώνεται κυρίως στα δυσλειτουργικά σχήματα σκέψης και τις γνωστικές διεργασίες που έχει ένα άτομο με σκοπό την αλλαγή τέτοιου είδους προβληματικών μορφών θεώρησης και την συναισθηματική ρύθμιση. Ως προσέγγιση εισήλθε για την θεραπεία της κατάθλιψης, έχοντας πάρει πλέον ευρείες θεραπευτικές προεκτάσεις.
Συστημική Προσέγγιση
Όσον αφορά στην συστημική προσέγγιση πρόκειται για μια ψυχοθεραπεία που έχει ως άξονα την Θεωρία των Συστημάτων. Ως σύστημα ορίζεται ένα σύνολο στοιχείων που βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση και επιδρούν το ένα στο άλλο, όπως πχ η οικογένεια, ο χώρος εργασίας κ.α. Σκοπός είναι η «ομοιόσταση» του συστήματος, δηλαδή η εύρυθμη λειτουργία και η ισορροπία του. Αυτή η μορφή ψυχοθεραπείας στοχεύει κυρίως σε οικογένειες, ζευγάρια και γενικότερα ομάδες ατόμων.
Προσωποκεντρική Προσέγγιση
Η προσωποκεντρική προσέγγιση βασίζεται στην εννοιολογική κατασκευή της ενσυναίσθησης που είναι πολύ δημοφιλής, καθώς και της άνευ όρων αποδοχής και της αυθεντικότητας εκ μέρους του θεραπευτή. Σκοπό έχει την δημιουργία μιας ουσιαστικής σχέσης με τον θεραπευόμενο, ώστε ο ίδιος να κατορθώσει την αυτονομία και την αυτοπραγμάτωσή του.
Υπαρξιακή Προσέγγιση
Η υπαρξιακή προσέγγιση έχει ως βασική αρχή την αυτογνωσία. Ο θεραπευτής βοηθάει το άτομο να διεισδύσει στην πηγή των προβλημάτων που τον απασχολούν, στην δημιουργία νοήματος με σκοπό μια πιο γεμάτη και ευχάριστη ζωή.
Όλες οι παραπάνω προσεγγίσεις δύναται να θεωρηθούν κατά μια έννοια ως ψυχοεπαιδεύσεις, καθώς εστιάζουν στην συναισθηματική ανθεκτικότητα, την διαχείριση δυσφορικών καταστάσεων που μπορεί να προκύψουν και την καλύτερη κοινωνική ένταξη. Επίσης, παρέχουν μια ενημέρωση στο άτομο σχετικά με την ψυχική διαταραχή και την αντιμετώπισή της.
Τι είναι η Ψυχανάλυση;
Απ’ την άλλη ξεχωριστή αναφορά αξίζει να δοθεί στην ψυχανάλυση, που διαφέρει σε πολλά σημεία απ’ την λογική των ψυχοθεραπευτικών προσεγγίσεων. Παρότι αρκετά δύσκολο να γίνει μια ολοκληρωμένη παρουσίαση της αναλυτικής εμπειρίας, εντούτοις θα γίνει μια απόπειρα να συνοψιστούν ελάχιστα απ’ τα βασικά σημεία της.
Η ψυχανάλυση, όπως διαμορφώθηκε απ’ τον Freud και στην συνέχεια από άξιους συνεχιστές του έργου του όπως ο J. Lacan, βάζει στο πεδίο την διαλεκτική σχέση μεταξύ αναλυόμενου και αναλυτή. Βασικότερη έννοια της ψυχανάλυσης είναι αυτή του ασυνειδήτου, ως ένα καίριο μέρος του ανθρώπινου ψυχισμού που περιλαμβάνει τις επιθυμίες και τις παρορμήσεις (libido), εμπειρίες της παιδικής ηλικίας που έχουν απωθηθεί από τη συνείδηση, και δεν είναι ορατά στην καθημερινή ζωή. Το ασυνείδητο εκδηλώνεται μέσω θεμελιωδών μηχανισμών όπως το όνειρο, οι παραπραξίες, οι γλωσσικές παραδρομές (lapsus) κ.α. Ο αναλυόμενος έρχεται στον χώρο της ψυχανάλυσης για να «επαναφέρει» το ασυνείδητό του, την υποκειμενική του αλήθεια, την επιθυμία του και να μειώσει την δυσφορία των συμπτωμάτων του.
Η ψυχανάλυση είναι αντιφορμαλιστική, δεν βασίζεται σε κανέναν τυπικό λόγο και δεν χρησιμοποιεί έτοιμα σχήματα θεραπείας. Αντιθέτως, πρόκειται για μια εξατομικευμένη αναλυτική διαδικασία απέναντι στο κάθε υποκείμενο. Γι’ αυτό κι ένα άλλο βασικό στοιχείο συνιστά ο ελεύθερος συνειρμός, όπου το υποκείμενο έρχεται στον χώρο της ανάλυσης να μιλήσει ελεύθερα για όσα γνωρίζει, αλλά και όσα αγνοεί. Ο ψυχαναλυτής μπαίνει στην θέση εκείνη που επιστρέφει στο υποκείμενο κομμάτια των λόγων του, τα επισημαίνει και χρησιμοποιεί την ερμηνεία προκειμένου να αναδείξει σημεία που αγνοούνται απ’ τον αναλυόμενο. Βασική είναι και η έννοια της επιθυμίας, της πραγματικής υποκειμενικής επιθυμίας που το υποκείμενο μέσω της ανάλυσης και της κατανόησης της βαρύτητας των λόγων του, καλείται να αναλάβει.