Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης: Όταν η δουλειά βλάπτει σοβαρά την υγεία μας

Στην σύγχρονη πραγματικότητα της οικονομικής κρίσης και των αυξανόμενων ποσοστών ανεργίας, το να δουλεύει κάποιος είναι πολύ σημαντικό. Τι γίνεται, όμως, όταν η δουλειά παύει πλέον να είναι δημιουργία και μέσο ολοκλήρωσης και γίνεται «δουλεία», με αποτέλεσμα η προοπτική της επόμενης εργάσιμης μέρας να συνοδεύεται από αισθήματα δυσφορίας; Η ψυχική και σωματική καταπόνηση ως αποτέλεσμα ενός «ανθυγιεινού» εργασιακού περιβάλλοντος και η επακόλουθη υπερκόπωση καταλήγει στο Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης (Burn out), ένα φαινόμενο με σημαντικό κοινωνικοοικονομικό αντίκτυπο, που φαίνεται να χαρακτηρίζει τη δυτική κουλτούρα.

Τι είναι το σύνδρομο burn out;

Το Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης ή Burn Out αναφέρθηκε για πρώτη φορά το 1975 από τον Freudenberger, με σκοπό να περιγράψει τα συμπτώματα σωματικής και ψυχικής εξουθένωσης των επαγγελματιών σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας κα πιο γενικά σε χώρους, που δημιουργούνται στενές σχέσεις μεταξύ των επαγγελματιών και των ατόμων, που έχουν την ανάγκη τους. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως μια μορφή συναγερμού του οργανισμού μας. Περιγράφει μια κατάσταση, όπου επικρατεί  η αδυναμία του ατόμου για επίδοση και η εξουθένωση λόγω υπερβολικών απαιτήσεων, που αφορούν την ενέργεια, τη δύναμη ή τις δυνατότητές του.

Πιο συγκεκριμένα, τα τρία στοιχεία, που υποδηλώνουν την ύπαρξη της επαγγελματικής εξουθένωσης, είναι η συναισθηματική εξάντληση (μειωμένη ενεργητικότητα, «συναισθηματικό στέγνωμα» και απογοήτευση), η αποπροσωποποίηση (κακή επικοινωνία, αγένεια προς τρίτους – κυνική και αρνητική στάση) και η μείωση των προσωπικών επιτευγμάτων (χαμηλή αυτοεκτίμηση για τον εαυτό του και τη δουλειά). Ως φαινόμενο το burn out αφορά 1 στους 4 εργαζόμενους στην Ε.Ε.. Επιπλέον, έχει φάνει ότι αυξάνει τον κίνδυνο για καρδιακή προσβολή κατά 68%. Υπολογίζεται, επίσης, ότι 18% των ατυχημάτων στον χώρο εργασίας και 25% των αυτοκινητιστικών ατυχημάτων σχετίζονται με αυτό.

Πολλοί θεωρούν ότι είναι κάτι περαστικό και ταυτίζουν την επαγγελματική εξουθένωση με το επαγγελματικό άγχος. Οι δύο έννοιες είναι μεταξύ τους συναφείς, όχι όμως και ταυτόσημες. Η επαγγελματική εξουθένωση είναι η απάντηση του οργανισμού στο συσσωρευμένο εργασιακό άγχος, που οφείλεται στους έντονους ρυθμούς δουλειάς και την εξάρτηση του ατόμου από την εργασία του. Η δυσλειτουργία του ατόμου είναι έντονη όσον αφορά  την δημιουργία ρεαλιστικής εικόνας για το εργασιακό του περιβάλλον, αλλά και για τον ίδιο του τον εαυτό.
 

Πού οφείλεται και ποιους επηρεάζει;

Το burn out δεν σχετίζεται με το πόσες ώρες εργάζεται κάποιος, αλλά με την ικανοποίηση που αντλεί από την εργασία του και με την οργάνωση του εργασιακού του χώρου. Οι υψηλές απαιτήσεις, οι συνεχείς αναθέσεις ευθυνών, ο ανταγωνισμός, ο φόρτος εργασίας, τα εξαντλητικά ωράρια, η αυταρχική σε κάποιες περιπτώσεις διοίκηση, οι χαμηλές απολαβές μπορεί να οδηγήσουν το άτομο στα όρια του. Το άτομο συνήθως καταβάλλει δυσανάλογα υψηλή προσπάθεια, επενδύοντας τόσο σε χρόνο όσο και συναισθηματικά στην δουλειά του, σε σημείο που να δυσκολεύεται πλέον να διαχωρίσει την επαγγελματική από την προσωπική του ζωή.

Ορισμένοι επαγγελματίες φαίνεται ότι είναι πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση επαγγελματικής εξουθένωσης. Το σύνδρομο έχει υψηλά ποσοστά εμφάνισης στα επαγγέλματα υγείας (νοσηλευτές, ιατροί), στα επαγγέλματα παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, αλλά και τους δικαστικούς, τους ταμίες, τους αστυνομικούς, τους πιλότους, και τους εκπαιδευτικούς, όσους δηλαδή αναπτύσσουν στην εργασία τους σχέση φροντίδας και υπευθυνότητας με άλλα άτομα. Δυνητικά, μπορεί να επηρεάσει κάθε εργαζόμενο, που είναι αφοσιωμένος και απορροφημένος από την εργασία του νιώθοντας μια εσωτερική πίεση να προσφέρει και μια εξωτερική να αποδώσει.

Ποια  είναι τα συμπτώματα;

Το Σύνδρομο Επαγγελματικής Εξουθένωσης μπορεί να επηρεάσει το άτομο τόσο σωματικά, όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο και σε επίπεδο συμπεριφοράς, μέσα από μια σειρά συμπτωμάτων, που συχνά παραπέμπουν σε εκείνα του άγχους ή και της κατάθλιψης. Τα συμπτώματα που παρατηρούνται είναι τα εξής:

1.Σωματικό επίπεδο:

  • Κούραση, πολλές φορές σε σημείο εξάντλησης
  • Διαταραχές ύπνου
  • Σωματικοί πόνοι, κυρίως στο σημείο της πλάτης, αλλά και πονοκέφαλοι (ημικρανίες)
  • Τρίξιμο δοντιών
  • Έλκος
  • Συχνές ασθένειες

2.Συναισθηματικό επίπεδο:

  • Κατάθλιψη
  • Έλλειψη ενδιαφέροντος
  • Αρνητική διάθεση
  • Χαμηλή αυτοπεποίθηση
  • Αποπροσωποποίηση
  • Τύψεις και ενοχές
  • Ευερεθιστότητα
  • Αποξένωση

3.Επίπεδο συμπεριφοράς:

  • Συγκρούσεις
  • Μειωμένη απόδοση
  • Αδυναμία συγκέντρωσης
  • Συχνές απουσίες από την εργασία
  • Συχνά ατυχήματα και λάθη
  • Χρήση αλκοόλ και φαρμάκων

 

Τι μπορούμε να κάνουμε;

Το burn out είναι ένα χρόνιο σύνδρομο και γι΄ αυτό η επαναφορά στην πρότερη καθημερινότητα απαιτεί αρκετή προσπάθεια. Είναι σημαντικό να βρούμε τους λόγους, που μας κάνουν να αισθανόμαστε έτσι, να επαναπροσδιορίσουμε πιθανούς στόχους και προσδοκίες, που μας επιβαρύνουν και να τα προσαρμόσουμε  σε ρεαλιστική βάση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η τελειοθηρία δεν μπορεί παρά να μας εξαντλήσει, αφού οδηγούμαστε σε ένα αδιέξοδο υψηλών προσδοκιών και απογοητεύσεων. Είναι, επίσης, σημαντικό να μπορούμε να αφουγκραστούμε τις ανάγκες μας, δίνοντας έτσι προτεραιότητα στον εαυτό μας και επενδύοντας σε αυτόν μέσα από δραστηριότητες, που προσφέρουν ευχαρίστηση και μας χαλαρώνουν.  Η καλύτερη οργάνωση χρόνου (επαγγελματικού και προσωπικού) και η οριοθέτηση μόνο ευεργετικά μπορούν να λειτουργήσουν.

Οι αλλαγές, που απαιτούνται στον τρόπο σκέψης και στη συμπεριφορά μας, μπορούν να διευκολυνθούν με την συνδρομή ενός ψυχολόγου, που θα μπορέσει να μας κατευθύνει, ώστε να βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής μας. Η υποστήριξη ενός ειδικού είναι πολύ σημαντική, αφού το άτομο που πάσχει από burn out γίνεται άκαμπτο, ξεροκέφαλο και ανελαστικό και εμποδίζει τις όποιες αλλαγές, καθώς αυτές απαιτούν προσπάθεια για προσαρμογή. Φυσικά, η καλύτερη αντιμετώπιση του φαινομένου είναι η πρόληψη, μέσα από τη δόμηση ενός κατάλληλου εργασιακού περιβάλλοντος, όπου θα υπάρχει σωστή διαχείριση του προσωπικού, με την έμφαση να δίνεται στην ομαδική δουλειά και στην θετική ανατροφοδότηση.